Ιστορική Αναδρομή
Η ιστορία της Αχαΐας ξεκινάει από τους αρχαίους χρόνους, ενώ πολιτισμός στην περιοχή εμφανίστηκε από το τέλος της νεολιθικής εποχής, όπως μαρτυρούν τα ευρήματα. Πρώτοι κάτοικοι υπήρξαν οι Πελασγοί. Αργότερα ήρθαν στην περιοχή τα ελληνικά φύλα. Η περιοχή ήταν άμεσα συνδεδεμένη με τα σημαντικότερα κέντρα του μεγάλου Μυκηναϊκού πολιτισμού, ενώ μετά τον Τρωικό πόλεμο, στον οποίο έλαβαν μέρος και αρκετές πόλεις της, οι Δωριείς την χρησιμοποίησαν ως πέρασμα από την κεντρική Ελλάδα (1100 π.Χ.), ώστε να εξαπλωθούν στην Πελοπόννησο. Οι Δωριείς επικράτησαν σε ολόκληρη την Πελοπόννησο εκτός από την λεγόμενη τότε Ιωνία, αναγκάζοντας τους Αχαιούς της ευρύτερης περιοχής της Σπάρτης και του Άργους να ζητήσουν άσυλο στην χώρα των Ιώνων. Οι Αχαιοί κατέλαβαν τελικά την περιοχή το 1088 π.Χ. και της έδωσαν το όνομά τους που διατηρείται μέχρι σήμερα, δηλαδή Αχαΐα.
Από τον 7ο μέχρι τον 5ο αιώνα π.Χ. παρατηρείται παρακμή και απομόνωση στην χώρα των Αχαιών, αφού είναι χαρακτηριστικό ότι δεν έλαβαν μέρος στους Περσικούς πολέμους, οι οποίοι είχαν τεράστια σημασία τόσο για τον ελληνισμό όσο και για την υπόλοιπη Ευρώπη. Αργότερα οι Αχαιοί είχαν αρχίσει να βγαίνουν από τον απομονωτισμό και να συμμετέχουν στα ελληνικά πράγματα συμμετέχοντας στον Κορινθιακό (395-387 π.Χ.), τον Θηβαϊκό (371-362 π.Χ.) και τον Ιερό πόλεμο (355-345 π.Χ.).
Κατά την πρώιμη Βυζαντινή περίοδο η Αχαΐα γνώρισε οικονομική ανάπτυξη, η οποία ανακόπηκε πολλές φορές από τις επιδρομές των Γότθων, αλλά κυρίως των Σλάβων τον 8ο αιώνα μ.Χ. Στις αρχές του 13ου αιώνα η Αχαΐα ακολουθώντας την τύχη και πολλών άλλων ελληνικών περιοχών, καταλήφθηκε από τους Φράγκους από τους οποίους απελευθερώθηκε το 1430, ενώ ήδη αποτελούσε μέρος του Δεσποτάτου του Μυστρά. Ακολούθησε όμως το 1460 η κατάκτησή της από τους Τούρκους, οι οποίοι έδωσαν προσωρινά τη θέση τους στους Ενετούς το 1687, για να πάρουν πάλι την εξουσία το 1715 μέχρι την απελευθέρωση της Ελλάδας το 1828. Σπουδαίο γεγονός της εποχής, εκτός από την Ελληνική Επανάσταση του 1821, υπήρξαν τα Ορλωφικά, αφού στις 29 Μαρτίου 1770, ο μητροπολίτης Πατρών Παρθένιος, συγκέντρωσε τους προκρίτους στο Αίγιο και κήρυξε την επανάσταση εναντίον του κατακτητή, η οποία είχε άδοξο τέλος και δυσμενείς επιπτώσεις για τον ελληνικό πληθυσμό. Όσον αφορά την ίδια την επανάσταση του 1821, λίγα χρόνια πριν την έναρξή της, εκπρόσωπος της Φιλικής Εταιρίας, ο Αντώνιος Πελοπίδας, έφτασε στην Πάτρα από την Κωνσταντινούπολη για να παρακινήσει επιφανείς Αχαιούς να γίνουν μέλη της οργάνωσης. Τελικά το λάβαρο της επανάστασης σηκώθηκε στα Καλάβρυτα στις 25 Μαρτίου 1821, μετά από πενθήμερη πολιορκία των Τούρκων στο κάστρο της πόλης ενώ στις 23 Μαρτίου άρχισε η πολιορκία του κάστρου της Πάτρας.
Στη δεκαετία 1870 - 1880 που θεωρείται περίοδος οικονομικής ανάπτυξης κι ευημερίας για τη Πάτρα, χάρη στη μετανάστευση ο πληθυσμός αυξήθηκε σημαντικά και συνέχισε να αυξάνεται µέχρι τα τέλη του αιώνα. Μεγάλος αριθμός από αυτούς που µμετανάστευσαν στην Αχαϊκή πρωτεύουσα, είτε αναζητώντας απασχόληση σε ένα χώρο ο οποίος λόγω οικονομικής ανάπτυξης είχε ανάγκη τεχνικού και εργατικού δυναμικού, είτε κυνηγώντας ευκαιρίες για να επενδύσουν τα σημαντικά κεφάλαια που έφεραν µαζί τους, προέρχονταν από περιοχές του µέχρι τότε αλύτρωτου Ελληνισμού. Η προσπάθεια δε ευθυγράµµισης της τοπικής παραγωγής µε τη παγκόσμια αγορά και η µονοκαλλιέργεια εξαγώγιμων προϊόντων και κυρίως της σταφίδας, είχαν σαν συνέπεια τη κάθοδο των ορεινών πληθυσμών και την αναστροφή της πληθυσµιακής πυκνότητας υπέρ των πεδινών και εις βάρος των ορεινών περιοχών. Αρκετοί από τους εποίκους που ήλθαν στην Πάτρα τα πρώτα µεταπελευθερωτικά χρόνια µετέφεραν σημαντικά κεφάλαια τα οποία επένδυσαν στην αγροτική παραγωγή κυρίως της σταφίδας ή τα δάνειζαν στους ντόπιους για να τα χρησιμοποιήσουν για τη καλλιέργεια των κτημάτων τους. Στα µέσα του 19ου αιώνα η Πάτρα είχε καθιερωθεί σαν το πρώτο σταφιδο-εξαγωγικό λιμάνι και γενικά σαν το κύριο εισαγωγικό κι εξαγωγικό κέντρο προς τη ∆ύση µε τη µεγαλύτερη κίνηση από όλα τα άλλα Ελληνικά λιμάνια (το λιµάνι της σταφίδας). Αυτό διήρκεσε µέχρι το άνοιγμα του Ισθµού της Κορίνθου (1893), το οποίο κατάφερε μεγάλο πλήγµα στο τοπικό εμπόριο.
Η Αχαΐα όμως γνώρισε την μανία των κατακτητών κατά τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής, αφού καταστράφηκαν τα Καλάβρυτα το 1943 ενώ είχε σφαγιαστεί ο άμαχος πληθυσμός της Πάτρας το 1940 από τους Ιταλούς.
Η σημερινή πόλη της Πάτρας, αποτελεί την Τρίτη σε πληθυσμό πόλη της Ελλάδος, µε µεγάλη εμπορική και βιομηχανική ανάπτυξη και αξιόλογη πολιτιστική δραστηριότητα. Μεταξύ 1951 – 1971 παρουσίασε αύξηση του πληθυσμού της κατά 28%, ενώ το λιμάνι της παρουσιάζει µεγάλη εισαγωγική, εξαγωγική και επιβατική κίνηση. Η οικονομική ωστόσο άνθηση ανακόπηκε τα τελευταία χρόνια µε το κλείσιμο αρκετών εργοστασίων και επιχειρήσεων της περιοχής που οδήγησαν σε άνοδο της ανεργίας, ωστόσο περιλαμβάνεται µέσα στις σπουδαιότερες ελληνικές πόλεις µε έντονη καλλιτεχνική και πνευματική ζωή.
Αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας της Αχαίας, αποτελεί η ACHAIA CLAUSS που βρίσκεται στον ομώνυμο λόφο και ιδρύθηκε το 1861 από τον Βαυαρό Gustav Clauss, που ήρθε στην Πάτρα το 1854 για να εργαστεί σε μία γερμανική εταιρεία εξαγωγής σταφίδας. Σε μία από τις εξορμήσεις του γνώρισε την περιοχή και εντυπωσιάστηκε από το μαγευτικό τοπίο και τον αμπελώνα της. Αρχικά αγόρασε ένα αμπέλι 60 μόλις στρεμμάτων και τελικά δημιούργησε το Κάστρο-Οινοποιείο που διατηρείται έως σήμερα.
Το γλυκό κόκκινο κρασί που πρωτοπαρήγαγε ο Gustav Clauss το 1873, στον αμπελώνα του, ονομάστηκε «Μαυροδάφνη», προς τιμήν της Ελληνίδας αγαπημένης του με τα όμορφα μαύρα μάτια, της Δάφνης, που πέθανε σε νεαρή ηλικία. Ο Gustav Clauss θεωρείται ο ιδρυτής και καθιερωτής του θεσμού του Οινοτουρισμού στην Ελλάδα, κατόπιν της επισκέψεως της Πριγκίπισσας Σίσσυ της Αυστροουγγαρίας το 1885, για χάρη της οποίας μάλιστα ονόμασε το Κελάρι «Αυτοκρατορικό» (Imperial Cellar).